Στην ουρά για τον Άγιο Πέτρο περιμένουν τρεις νεαρές κοπέλες. Έρχεται η πρώτη:
-Εγώ ήμουν παντρεμένη επί δέκα χρόνια και ποτέ δεν απάτησα τον άντρα
μου, ούτε καν ξενοκοίταξα ποτέ. Εργαζόμουν 8 ώρες κάθε μέρα,
μαγείρευα, συγύριζα το σπίτι, μεγάλωνα τα πέντε παιδιά μας και πήγαινα
κάθε Κυριακή στην εκκλησία, εξομολογούμενη, νηστεύοντας και
μεταλαβαίνοντας πάντα Χριστούγεννα και Πάσχα και Δεκαπενταύγουστο.
-Και πώς πέθανες, τόσο νέα;
-Από την πολλή δουλειά, τη νηστεία, την προσευχή και τις αγρύπνιες
κλονίστηκε η υγεία μου, άγιε!
-Τέκνον μου, εσύ είχες πραγματικά αγιάσει! Πήγαινε πρώτη πόρτα δεξιά.
Πάς κατ' ευθείαν στην αγκαλιά του Αβραάμ μαζί με τους άγιους και τους
μάρτυρες!
Έρχεται η δεύτερη:
-Άγιέ μου, εγώ απάτησα μια-δυο φορές τον άντρα μου με τον κουμπάρο.
Και άμα περνούσε κανένα τεκνό, ομολογώ το λιγουρευόμουν. Γενικά όμως,
ήμουνα πιστή. Και σα νοικοκυρά ήμουν τίμια και εργατική, αν και καμιά
φορά έπαιρνα και κανένα γούνινο παλτό στα κρυφά (-; Στην εκκλησία δεν
πολυπήγαινα, αλλά Χριστούγεννα και πιο πολύ το Πάσχα οπωσδήποτε
εκκλησιαζόμασταν με τον άντρα μου.
-Κι εσύ πώς πέθανες, τόσο νέα;
-Ατύχημα άγιέ μου! Με πάτησε αυτοκίνητο ενώ βοηθούσα μια γριούλα να
περάσει το δρόμο!
-Μπράβο τέκνον μου, αρκετά καλά τα πήγες! Όσο για τα παραστατήματά
σου, καταλαβαίνω ότι η σάρκα είναι αδύναμη. Κι εξάλλου, ο Ύψιστος έχει
τη Χάρη να συγχωρεί όταν η Ψυχή είναι αγνή. Πήγαινε στην έβδομη πόρτα
αριστερά, με τους Ευσεβείς και τους Δίκαιους!
Έρχεται και η τρίτη, ένα διαολεμένο θηλυκό όλο κούνημα και νάζι,
προκλητικά ντυμένη.
-Τέκνον μου, τι εμφάνιση είναι αυτή; Πού νομίζεις ότι βρίσκεσαι;
-Ωχ, ρε μπάρμπα, τι θες; Δε με παρατάς στην τσαντίλα μου; Εγώ φταίω
που έγινε συμπλοκή στο καμπαρέ που δούλευα και μέσα στο μακελειό με
πήραν οι αδέσποτες;
-Χμμ, εδώ βλέπω ότι ήσουν χορεύτρια στο καμπαρέ και μάλιστα σε
άσεμνους χορούς. Μάλιστα. Ενδιαφέρον! Για πες μου κι άλλα για τη ζωή
σου.
-Ε να, έκανα δυο γάμους, αλλά τα αντράκια δεν ήταν ξηγημένα και
...έσπαγα. Εξάλλου ήταν λίγο ζηλιάρηδες, δε γούσταραν να τη βρίσκω και
στο ...αλλιώς με τους φίλους και τις ...φίλες μου.
-Μάλιστα, κατάλαβα. Δε μου λες τέκνον μου, κάπνιζες, έπινες;
-Και κάπνιζα και έπινα κι από το άλλο το καλό έπινα, αν με πιάνεις...
Όσο για εκκλησιά, μη ρωτάς, τελευταία φορα που πέρασα (απ' έξω) ήταν
όταν μας πήγαιναν στο γυμνάσιο!
-Καλά τέκνον μου, μη συνεχίζεις, δε χρειάζεται!
-"Πού θα με στείλεις, Πετρούκο;" Λέει αυτή, ενώ αρχίζει να του
χαιδεύει τη γενειάδα.
Ο Άγιος την βάζει σε τάξη απομακρύνοντάς την από τη γενειάδα του και
ύστερα από λίγη σκέψη της αποκρίνεται:
-Τρίτη πόρτα στα δεξιά, πήγαινε κατ' ευθείαν...
.
....στο δωμάτιό μου. Ξάπλωσε στο κρεβάτι και περίμενέ με, δε θ' αργήσω!
-Εγώ ήμουν παντρεμένη επί δέκα χρόνια και ποτέ δεν απάτησα τον άντρα
μου, ούτε καν ξενοκοίταξα ποτέ. Εργαζόμουν 8 ώρες κάθε μέρα,
μαγείρευα, συγύριζα το σπίτι, μεγάλωνα τα πέντε παιδιά μας και πήγαινα
κάθε Κυριακή στην εκκλησία, εξομολογούμενη, νηστεύοντας και
μεταλαβαίνοντας πάντα Χριστούγεννα και Πάσχα και Δεκαπενταύγουστο.
-Και πώς πέθανες, τόσο νέα;
-Από την πολλή δουλειά, τη νηστεία, την προσευχή και τις αγρύπνιες
κλονίστηκε η υγεία μου, άγιε!
-Τέκνον μου, εσύ είχες πραγματικά αγιάσει! Πήγαινε πρώτη πόρτα δεξιά.
Πάς κατ' ευθείαν στην αγκαλιά του Αβραάμ μαζί με τους άγιους και τους
μάρτυρες!
Έρχεται η δεύτερη:
-Άγιέ μου, εγώ απάτησα μια-δυο φορές τον άντρα μου με τον κουμπάρο.
Και άμα περνούσε κανένα τεκνό, ομολογώ το λιγουρευόμουν. Γενικά όμως,
ήμουνα πιστή. Και σα νοικοκυρά ήμουν τίμια και εργατική, αν και καμιά
φορά έπαιρνα και κανένα γούνινο παλτό στα κρυφά (-; Στην εκκλησία δεν
πολυπήγαινα, αλλά Χριστούγεννα και πιο πολύ το Πάσχα οπωσδήποτε
εκκλησιαζόμασταν με τον άντρα μου.
-Κι εσύ πώς πέθανες, τόσο νέα;
-Ατύχημα άγιέ μου! Με πάτησε αυτοκίνητο ενώ βοηθούσα μια γριούλα να
περάσει το δρόμο!
-Μπράβο τέκνον μου, αρκετά καλά τα πήγες! Όσο για τα παραστατήματά
σου, καταλαβαίνω ότι η σάρκα είναι αδύναμη. Κι εξάλλου, ο Ύψιστος έχει
τη Χάρη να συγχωρεί όταν η Ψυχή είναι αγνή. Πήγαινε στην έβδομη πόρτα
αριστερά, με τους Ευσεβείς και τους Δίκαιους!
Έρχεται και η τρίτη, ένα διαολεμένο θηλυκό όλο κούνημα και νάζι,
προκλητικά ντυμένη.
-Τέκνον μου, τι εμφάνιση είναι αυτή; Πού νομίζεις ότι βρίσκεσαι;
-Ωχ, ρε μπάρμπα, τι θες; Δε με παρατάς στην τσαντίλα μου; Εγώ φταίω
που έγινε συμπλοκή στο καμπαρέ που δούλευα και μέσα στο μακελειό με
πήραν οι αδέσποτες;
-Χμμ, εδώ βλέπω ότι ήσουν χορεύτρια στο καμπαρέ και μάλιστα σε
άσεμνους χορούς. Μάλιστα. Ενδιαφέρον! Για πες μου κι άλλα για τη ζωή
σου.
-Ε να, έκανα δυο γάμους, αλλά τα αντράκια δεν ήταν ξηγημένα και
...έσπαγα. Εξάλλου ήταν λίγο ζηλιάρηδες, δε γούσταραν να τη βρίσκω και
στο ...αλλιώς με τους φίλους και τις ...φίλες μου.
-Μάλιστα, κατάλαβα. Δε μου λες τέκνον μου, κάπνιζες, έπινες;
-Και κάπνιζα και έπινα κι από το άλλο το καλό έπινα, αν με πιάνεις...
Όσο για εκκλησιά, μη ρωτάς, τελευταία φορα που πέρασα (απ' έξω) ήταν
όταν μας πήγαιναν στο γυμνάσιο!
-Καλά τέκνον μου, μη συνεχίζεις, δε χρειάζεται!
-"Πού θα με στείλεις, Πετρούκο;" Λέει αυτή, ενώ αρχίζει να του
χαιδεύει τη γενειάδα.
Ο Άγιος την βάζει σε τάξη απομακρύνοντάς την από τη γενειάδα του και
ύστερα από λίγη σκέψη της αποκρίνεται:
-Τρίτη πόρτα στα δεξιά, πήγαινε κατ' ευθείαν...
.
....στο δωμάτιό μου. Ξάπλωσε στο κρεβάτι και περίμενέ με, δε θ' αργήσω!