Η νευρογενής ανορεξία θεωρείται πρωτογενής πάθηση, δηλαδή δεν είναι το αποτέλεσμα μιας
σωματικής νόσου, σε πολλές όμως περιπτώσεις μπορεί να συνοδεύεται και
από άλλες ψυχικές διαταραχές όπως κατάθλιψη, ψύχωση ή νεύρωση και
διαταραχές προσωπικότητας.
Οι ρίζες της νόσου βρίσκονται σε...ψυχοκοινωνικούς παράγοντες, ενώ τα αποτελέσματά της είναι ψυχοσωματικά, η υπέρμετρη απώλεια βάρους επιφέρει συμπτώματα τόσο στο σώμα(κρύα άκρα,επανεμφάνιση παιδικού χνουδιού σε όλο το κορμί, βραδυκαρδία, υποθερμία και μείωση της αρτηριακής πίεσης) όσο και στην ψυχή. Τα ψυχολογικά συμπτώματα πιθανό να διαφέρουν από άτομο σε άτομο όμως, κύριος γνώμονας αποτελεί η παραμόρφωση της εικόνας του σωματικού «εγώ» αλλά και η ανατροφοδότηση της εσφαλμένης διάθεσης απόλυτου ελέγχου του εαυτού και των καταστάσεων.
Κι άλλοι, όμως, παράγοντες μπορεί ν’ανακυκλώνουν την παθολογία στην σκέψη ενός ανορεκτικού ατόμου (στην πραγματικότητα το θέμα είναι πολύ πολυπλοκότερο για να μπορέσει ν’αναλυθεί εκτενώς εδώ). Για παράδειγμα, η έλλειψη τροφής που συνεπάγεται έλλειψη αναγκαίων συστατικών για στοιχειώδεις λειτουργίες του οργανισμού, έχει σαν αποτέλεσμα να υπολειτουργούν όργανα όπως ο εγκέφαλος και η καρδιά. Έτσι, παρατηρείται συχνά αδυναμία συγκέντρωσης και ελάττωση της προσοχής, μειωμένη αποφασιστικότητα και πολύ κακή διάθεση.
Τα παραπάνω έχουν σαν αποτέλεσμα, το άτομο να συσπειρώνεται ξανά γύρω από την πάθησή του, θεωρώντας ότι συνεχίζοντας την αυτοεπιβαλλόμενη αποχή από το φαγητό θ’ανακτήσει τον έλεγχο του εαυτού του αλλά και του οργανισμού του(δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η Νευρογενής Ανορεξία, κυρίως όταν πρόκειται για προχωρημένα στάδια, «επιβάλλει» στα άτομα διαφορετικά πρίσματα ανάλυσης των δεδομένων σε σχέση με αυτά που διατηρούν οι υπόλοιποι άνθρωποι).
Σε πολλές, ακόμα, περιπτώσεις η εσκεμμένη ασιτία λαμβάνει μια μορφή αυτό-τιμωρίας, διότι το άτομο ικανοποιεί με αυτόν τον τρόπο κάποιες βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις του που το εξαναγκάζουν υποσυνείδητα ν’ανακυκλώνει καταστάσεις ενέχουσες πόνο και δυστυχία.
Το σίγουρο είναι ότι η Νευρογενής Ανορεξία είναι ευκολότερο να χτυπήσει την πόρτα σε άτομα που, τελικά, είτε έχουν μια κακή σχέση με τον εαυτό τους, είτε βρίσκονται στη φάση του αυτό-προσδιορισμού(αν και αυτό το συναντάμε συνήθως σε νεαρές,εφηβικές ηλικίες, μπορεί να συμβεί και σε μεγαλύτερες).
Κοινωνικοί αλλά και οικογενειακοί παράγοντες σχετίζονται, επίσης, με την ταχεία εξάπλωση της νόσου, καθιστώντας πολυπαραγοντικά τα αίτια της εμφάνισής της.
Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αλλά και το σύγχρονο κοινωνικό γίγνεσθαι επιβάλλουν την ομορφιά σαν ένα αναγκαίο προσόν ενός συνολικά πετυχημένου (και ευτυχισμένου;) ατόμου. Σε έναν κόσμο αφθονίας, η ειρωνική εικόνα των αποστεωμένων γυναικών προβάλλεται ως πρότυπο ομορφιάς και μάλιστα με τρόπους μη αναγνωρίσιμους ή αντιμετωπίσιμους, κυρίως από τα νεαρά άτομα.
Τέλος, σε κάποιες περιπτώσεις, η καταφυγή σε μεθόδους «διατροφής» που στοιχειοθετούν την έναρξη διαταραχών στην πρόσληψη τροφής (όπως στη Νευρογενή Ανορεξία και στη Νευρογενή Βουλιμία), είναι το αποτέλεσμα συγκρούσεων εντός της οικογένειας ή της απουσίας αναγκαίου ενδιαφέροντος εκ μέρους της. Κάποιοι έφηβοι χρησιμοποιούν την αναταραχή που μπορεί να επιφέρει εντός της οικογένειας μια τέτοια κατάσταση προκειμένου ν’αποσπάσουν, έστω και με αυτόν τον τρόπο, λίγη από την προσοχή των γονιών τους. Αυτό που στην πραγματικότητα θέλουν να πουν είναι «Κοιτάξτε με. Είμαι και εγώ εδώ!»
Βέβαια, ο αντίποδας σε όλα τα παραπάνω (ή ακόμα καλύτερα, συμπληρωματικά) αποτελεί το γεγονός ότι η Ανορεξία πιθανό να έχει και βιολογικό υπόβαθρο. Ο αλματώδης ρυθμός εξάπλωσής της ώθησε στη διεξοδική μελέτη από ειδικούς, των σωματικών λειτουργιών σε ομάδες πάσχοντων ατόμων. Έτσι, φαίνεται ότι στην Ψυχογενή Ανορεξία παρουσιάζεται μια πρωτογενής δυσλειτουργία του υποθαλάμου, του μέρους δηλαδή, του εγκεφάλου που ρυθμίζει την πρόσληψη τροφής. Η ορμονολογική ανάλυση και μελέτη των ασθενών με Ανορεξία ενίσχυσε τη βαρύτητα των ευρημάτων από το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα.
Καταλήγοντας, θα λέγαμε ότι αν και η Ψυχογενής Ανορεξία εξαπλώνεται ως μόδα στα πλαίσια μιας παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας, τα άτομα που πάσχουν μπλέκονται σε έναν κυκεώνα «αγάπης-μίσους» με το φαγητό, με δυνητικά θανατηφόρα αποτελέσματα.
Η θνησιμότητα της ψυχογενούς ανορεξίας ξεπερνά το 10%.
Οι ρίζες της νόσου βρίσκονται σε...ψυχοκοινωνικούς παράγοντες, ενώ τα αποτελέσματά της είναι ψυχοσωματικά, η υπέρμετρη απώλεια βάρους επιφέρει συμπτώματα τόσο στο σώμα(κρύα άκρα,επανεμφάνιση παιδικού χνουδιού σε όλο το κορμί, βραδυκαρδία, υποθερμία και μείωση της αρτηριακής πίεσης) όσο και στην ψυχή. Τα ψυχολογικά συμπτώματα πιθανό να διαφέρουν από άτομο σε άτομο όμως, κύριος γνώμονας αποτελεί η παραμόρφωση της εικόνας του σωματικού «εγώ» αλλά και η ανατροφοδότηση της εσφαλμένης διάθεσης απόλυτου ελέγχου του εαυτού και των καταστάσεων.
Κι άλλοι, όμως, παράγοντες μπορεί ν’ανακυκλώνουν την παθολογία στην σκέψη ενός ανορεκτικού ατόμου (στην πραγματικότητα το θέμα είναι πολύ πολυπλοκότερο για να μπορέσει ν’αναλυθεί εκτενώς εδώ). Για παράδειγμα, η έλλειψη τροφής που συνεπάγεται έλλειψη αναγκαίων συστατικών για στοιχειώδεις λειτουργίες του οργανισμού, έχει σαν αποτέλεσμα να υπολειτουργούν όργανα όπως ο εγκέφαλος και η καρδιά. Έτσι, παρατηρείται συχνά αδυναμία συγκέντρωσης και ελάττωση της προσοχής, μειωμένη αποφασιστικότητα και πολύ κακή διάθεση.
Τα παραπάνω έχουν σαν αποτέλεσμα, το άτομο να συσπειρώνεται ξανά γύρω από την πάθησή του, θεωρώντας ότι συνεχίζοντας την αυτοεπιβαλλόμενη αποχή από το φαγητό θ’ανακτήσει τον έλεγχο του εαυτού του αλλά και του οργανισμού του(δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η Νευρογενής Ανορεξία, κυρίως όταν πρόκειται για προχωρημένα στάδια, «επιβάλλει» στα άτομα διαφορετικά πρίσματα ανάλυσης των δεδομένων σε σχέση με αυτά που διατηρούν οι υπόλοιποι άνθρωποι).
Σε πολλές, ακόμα, περιπτώσεις η εσκεμμένη ασιτία λαμβάνει μια μορφή αυτό-τιμωρίας, διότι το άτομο ικανοποιεί με αυτόν τον τρόπο κάποιες βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις του που το εξαναγκάζουν υποσυνείδητα ν’ανακυκλώνει καταστάσεις ενέχουσες πόνο και δυστυχία.
Το σίγουρο είναι ότι η Νευρογενής Ανορεξία είναι ευκολότερο να χτυπήσει την πόρτα σε άτομα που, τελικά, είτε έχουν μια κακή σχέση με τον εαυτό τους, είτε βρίσκονται στη φάση του αυτό-προσδιορισμού(αν και αυτό το συναντάμε συνήθως σε νεαρές,εφηβικές ηλικίες, μπορεί να συμβεί και σε μεγαλύτερες).
Κοινωνικοί αλλά και οικογενειακοί παράγοντες σχετίζονται, επίσης, με την ταχεία εξάπλωση της νόσου, καθιστώντας πολυπαραγοντικά τα αίτια της εμφάνισής της.
Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αλλά και το σύγχρονο κοινωνικό γίγνεσθαι επιβάλλουν την ομορφιά σαν ένα αναγκαίο προσόν ενός συνολικά πετυχημένου (και ευτυχισμένου;) ατόμου. Σε έναν κόσμο αφθονίας, η ειρωνική εικόνα των αποστεωμένων γυναικών προβάλλεται ως πρότυπο ομορφιάς και μάλιστα με τρόπους μη αναγνωρίσιμους ή αντιμετωπίσιμους, κυρίως από τα νεαρά άτομα.
Τέλος, σε κάποιες περιπτώσεις, η καταφυγή σε μεθόδους «διατροφής» που στοιχειοθετούν την έναρξη διαταραχών στην πρόσληψη τροφής (όπως στη Νευρογενή Ανορεξία και στη Νευρογενή Βουλιμία), είναι το αποτέλεσμα συγκρούσεων εντός της οικογένειας ή της απουσίας αναγκαίου ενδιαφέροντος εκ μέρους της. Κάποιοι έφηβοι χρησιμοποιούν την αναταραχή που μπορεί να επιφέρει εντός της οικογένειας μια τέτοια κατάσταση προκειμένου ν’αποσπάσουν, έστω και με αυτόν τον τρόπο, λίγη από την προσοχή των γονιών τους. Αυτό που στην πραγματικότητα θέλουν να πουν είναι «Κοιτάξτε με. Είμαι και εγώ εδώ!»
Βέβαια, ο αντίποδας σε όλα τα παραπάνω (ή ακόμα καλύτερα, συμπληρωματικά) αποτελεί το γεγονός ότι η Ανορεξία πιθανό να έχει και βιολογικό υπόβαθρο. Ο αλματώδης ρυθμός εξάπλωσής της ώθησε στη διεξοδική μελέτη από ειδικούς, των σωματικών λειτουργιών σε ομάδες πάσχοντων ατόμων. Έτσι, φαίνεται ότι στην Ψυχογενή Ανορεξία παρουσιάζεται μια πρωτογενής δυσλειτουργία του υποθαλάμου, του μέρους δηλαδή, του εγκεφάλου που ρυθμίζει την πρόσληψη τροφής. Η ορμονολογική ανάλυση και μελέτη των ασθενών με Ανορεξία ενίσχυσε τη βαρύτητα των ευρημάτων από το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα.
Καταλήγοντας, θα λέγαμε ότι αν και η Ψυχογενής Ανορεξία εξαπλώνεται ως μόδα στα πλαίσια μιας παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας, τα άτομα που πάσχουν μπλέκονται σε έναν κυκεώνα «αγάπης-μίσους» με το φαγητό, με δυνητικά θανατηφόρα αποτελέσματα.
Η θνησιμότητα της ψυχογενούς ανορεξίας ξεπερνά το 10%.